Ο πρώτος εκλογικός νόμος ψηφίστηκε στις 7 Νοεμβρίου 1822 από τη Βουλευτική Επιτροπή, η οποία υποκαθιστούσε, λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων, την ολομέλεια του Βουλευτικού Σώματος από τον Ιούνιο του 1822. Με βάση τον νόμο η διαδικασία εκλογής ήταν έμμεση, με την επιλογή από τον λαό, αρχικά, «ευυπολήπτων γερόντων» ανά χωριό ή πόλη, οι οποίοι στη συνέχεια θα συγκεντρώνονταν στην πρωτεύουσα της επαρχίας, για να προβούν στην εκλογή εκλεκτόρων, και, τέλος, την, σε επίπεδο επαρχίας, εκλογή των παραστατών από τους εκλέκτορες. Οι επαρχίες, που θα αντιπροσωπεύονταν, ορίζονταν από τον νόμο περί οργάνωσης των επαρχιών, που είχε ψηφιστεί στις 30 Απριλίου 1822. Ο εκλογικός νόμος προέβλεπε την ολοκλήρωση των διαδικασιών εκλογής έως τα τέλη Δεκεμβρίου 1822, ενώ την ίδια ημέρα με την ψήφισή του εκδόθηκε σχετική διακήρυξη του Εκτελεστικού, που καλούσε τον λαό να μετέχει στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Βουλευτικού.
Ενόψει της ανάδειξης αντιπροσώπων αναπτύχθηκαν πολιτικές αντιπαραθέσεις με αποτέλεσμα την καθυστέρηση της διεξαγωγής των εκλογών και την παράταση της διάρκειας της Α΄ Περιόδου της Διοίκησης. Η Πελοποννησιακή Γερουσία θεώρησε παράτυπο τον εκλογικό νόμο -καθώς δεν είχε ψηφιστεί από την ολομέλεια του Βουλευτικού- και κάλεσε τις επαρχίες της Πελοποννήσου να εκλέξουν πληρεξούσιους για Εθνοσυνέλευση. Οι πολιτικοί παράγοντες της Ύδρας, σε αντίθεση, καλούσαν τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους να στείλουν τους εκλεγμένους παραστάτες τους στην Ύδρα, για να οργανώσουν την αντίδρασή τους στην αντίπαλη πολιτική παράταξη. Ιδιαίτερα στις επαρχίες της Πελοποννήσου η πολιτική αντιπαράθεση σχηματοποιήθηκε στο δίλημμα της ανάδειξης παραστατών για το Β΄ Βουλευτικό, που είχε προκηρύξει η Διοίκηση, ή πληρεξουσίων για Εθνοσυνέλευση, που είχε προκηρύξει η Πελοποννησιακή Γερουσία. Αντίθετα, στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα εκλογές πληρεξουσίων και παραστατών, ακολουθώντας τις οδηγίες των προκρίτων της Ύδρας. Για τον τρόπο διεξαγωγής των πρώτων εκλογών στη Στερεά Ελλάδα δεν σώζονται επαρκείς πληροφορίες, αλλά φαίνεται πως είχαν εκλεγεί παραστάτες για το Β΄ Βουλευτικό.
Το Α΄ Βουλευτικό ανασυγκροτήθηκε σε ολομέλεια στις 17 Μαρτίου 1823 και, αφού αναγνώρισε ως έγκυρες τις πράξεις της Βουλευτικής Επιτροπής, στις 24 Μαρτίου τροποποίησε τον εκλογικό νόμο, αυξάνοντας τον αριθμό των παραστατών που προέρχονταν από την Πελοπόννησο.
Στην έδρα της Διοίκησης, κατά τον Μάρτιο, συνέρρεαν εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των επαρχιών, ο αριθμός των οποίων ήταν ιδιαίτερα μεγάλος, αφού πολλές επαρχίες απέστειλαν πληρεξούσιους εκλεγμένους από αντίπαλες παρατάξεις. Μαζί με τους εκλεγμένους είχαν εμφανιστεί και εκπρόσωποι των ένοπλων σωμάτων, οι οποίοι διεκδικούσαν συμμετοχή. Αρχικά συγκεντρώθηκαν στα Αγιαννίτικα καλύβια (σημ. Άστρος) οι πληρεξούσιοι που βρίσκονταν υπό την επιρροή των προκρίτων και της Διοίκησης, ενώ στα Μελιγίτικα καλύβια οι εκπρόσωποι των ενόπλων υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη.
Η Διοίκηση τελικά προχώρησε στη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης, η οποία συγκροτήθηκε στο Άστρος στις 29 Μαρτίου 1823. Η ίδια η Εθνοσυνέλευση, κατά την ψήφιση του κανονισμού λειτουργίας της, αναγνώρισε ως μέλη της τρεις κατηγορίες αντιπροσώπων: τους εκλεγμένους παραστάτες για το Β΄ Βουλευτικό, τους εκλεγμένους πληρεξούσιους των επαρχιών για Εθνοσυνέλευση, καθώς και, αυτοδικαίως, τα μέλη της Διοίκησης κατά την Α΄ Περίοδο (μέλη του Α΄ Βουλευτικού, του Εκτελεστικού, υπουργούς). Επιπλέον, έγιναν δεκτοί στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης και οι οπλαρχηγοί. Ωστόσο, η Εθνοσυνέλευση περιόρισε το δικαίωμα ψήφου μόνο σε όσους είχαν εκλεγεί παραστάτες για το Β΄ Βουλευτικό. Για τις επαρχίες που είχαν εκλέξει μόνο πληρεξούσιους για την Εθνοσυνέλευση, η ολομέλεια αποφάσισε να οριστούν εξ αυτών ένας ή δύο ως παραστάτες της επαρχίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τον εκλογικό νόμο.
Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης ψηφίστηκε νέος επαρχιακός νόμος που αναδιέτασσε τον επαρχιακό χάρτη στα Νησιά του Αιγαίου. Ως εκ τούτου διεξήχθησαν ξεχωριστές εκλογές παραστατών για το Β΄ Βουλευτικό στις νέες νησιωτικές επαρχίες.