Γ΄ Βουλευτικό

Επαρχία Βάλτου

Ανάδειξη αντιπροσώπων

Με βάση τον εκλογικό νόμο, στην επαρχία Βάλτου αναλογούσε να εκλέξει έναν παραστάτη στο Γ΄ Βουλευτικό.

Η συνέλευση της επαρχίας πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαΐου 1824 στην έδρα της, τον Βάλτο και ανέδειξε τον Πάνο Ράγκο παραστάτη της.  Στις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους, συγκλήθηκε και δεύτερη συνέλευση, επίσης στην έδρα της επαρχίας, από την οποία αναδείχθηκε αντιπρόσωπος ο Βασίλειος Μπαρλάς. Από τις υπογραφές των παραστατικών εγγράφων των δύο συνελεύσεων συνάγεται ότι σε αυτές συμμετείχαν διαφορετικοί εκλέκτορες. Ειδικότερα, στο δεύτερο παραστατικό του Βασ. Μπαρλά υπέγραφαν πέρα από εκλέκτορες χωριών και ηγούμενοι από μονές της επαρχίας σε αντίθεση με το πρώτο. Αξιοσημείωτο είναι ωστόσο ότι στο παραστατικό έγγραφο εκλογής του Πάν. Ράγκου εντοπίζεται η υπογραφή του Βασ. Μπαρλά ως εκλέκτορα της επαρχίας.

Η νομιμότητα της εκλογής του Πάνου Ράγκου αμφισβητήθηκε, όπως προκύπτει από αναφορά εκπροσώπων των κατοίκων των χωριών της επαρχίας που συντάχθηκε στη θέση Βατζόλια, πολλοί εκ των οποίων υπέγραφαν και το παραστατικό έγγραφο του Βασ. Μπαρλά και την οποία έλαβε η Διοίκηση στις 6 Αυγούστου 1824. Συγκεκριμένα, κατήγγειλαν στη Διοίκηση ότι οι υπογραφές στο παραστατικό του Πάν. Ράγκου αποσπάστηκαν υπό πίεση, παραβαίνοντας τη διαδικασία που όριζε ο νόμος, και ενημέρωναν ότι έστελναν ως εκπροσώπους της επαρχίας για το ζήτημα τον Χρήστο Γ. Γεροθανάση, τον Αναγνώστη Σιαρλή, τον Γιαννάκη Καραϊσκάκη και τον Βασ. Μπαρλά, ενώ επισήμαιναν στο τέλος ότι ο Βασ. Μπαρλάς είχε εκλεγεί αντιπρόσωπός τους. Λίγους μήνες αργότερα, στις 4 Νοεμβρίου, ο νοτάριος Ανατολικού Κανέλος Καραντινός με αναφορά του προς τη Διοίκηση βεβαίωνε τη νομιμότητα της εκλογικής διαδικασίας από την οποία αναδείχθηκε ο Πάν. Ράγκος, πιθανά σε απάντηση της προηγούμενης καταγγελίας. Παράλληλα, το ζήτημα ανέδειξε και ο ίδιος ο Πάνος Ράγκος στο Βουλευτικό, το οποίο είχε ξεκινήσει τις εργασίες του για τη Γ΄ περίοδο. Στη συνεδρίαση της 29ης Νοεμβρίου 1824 υπέβαλε αναφορά του, με την οποία ζητούσε από τη Διοίκηση μια τελική απάντηση ως προς την αναγνώριση ή την απόρριψη του παραστατικού του, ενώ διευκρίνιζε ότι σε περίπτωση που δεν τον κάνουν δεκτό επιθυμούσε να επιδοθεί η απόφαση εγγράφως ώστε να επιστρέψει στην επαρχία του. Το Βουλευτικό εξέτασε στην ίδια συνεδρίαση, για πρώτη φορά, το ζήτημα της εκλογής της επαρχίας Βάλτου. Ειδικότερα, η ολομέλεια εξέφρασε έντονα τις επιφυλάξεις της προς το πρόσωπο του Πάν. Ράγκου, καθώς κατά την προηγούμενη βουλευτική περίοδο που διατέλεσε παραστάτης είχε αποβληθεί από το σώμα όταν συντάχθηκε με την αντίπαλη πολιτική μερίδα στο Ναύπλιο και αρνήθηκε να υπακούσει στις διαταγές της Διοίκησης και αποφάσισε η εκλογή να κριθεί στην επόμενη συνεδρίαση, οπότε θα διέθετε και τη σχετική γνωμοδότηση της επιτροπής ελέγχου των παραστατικών εγγράφων του σώματος.

Την 1η Δεκεμβρίου 1824 παρουσιάστηκε το δεύτερο παραστατικό του Βασ. Μπαρλά, ο οποίος οριζόταν αντιπρόσωπος της επαρχίας αντί του Πάν. Ράγκου. Το Βουλευτικό παρέπεμψε και το δεύτερο παραστατικό μαζί με τα υπόλοιπα σχετικά έγγραφα στην αρμόδια επιτροπή εξέλεγξης. Ο Βασ. Μπαρλάς υπέβαλε στις 17 Μαρτίου 1825 αναφορά στο σώμα, όπου ζητούσε απάντηση για το παραστατικό έγγραφο που είχε καταθέσει πριν από πέντε μήνες, διότι, όπως εξηγούσε, δεχόταν πιέσεις από την επαρχία του. Παράλληλα, την ίδια ημέρα υπέβαλε αναφορά και ο Πάν. Ράγκος, ο οποίος επισύναπτε σε αυτή και το παραστατικό του σύμφωνα με το οποίο οριζόταν αντιπρόσωπος της επαρχίας Βάλτου για το Γ΄ Βουλευτικό. Το Βουλευτικό παρέπεμψε ξανά τα έγγραφα στην επιτροπή ελέγχου για να αποφασίσει μετά τη γνωμοδότησή της.

Η απόφαση της επιτροπής ανακοινώθηκε στην συνεδρίαση της 13ης Απριλίου 1825. Σύμφωνα με αυτήν το παραστατικό του Πάν. Ράγκου με ημερομηνία 26 Μαΐου 1824 κρινόταν παράτυπο, διότι την εποχή εκείνη δεν θα μπορούσε να διενεργηθεί η εκλογική διαδικασία σύμφωνα με την προκήρυξη της Διοίκησης που εκδόθηκε στο Κιβέρι στις αρχές Απριλίου 1824. Κατά την αποπομπή του από το Β΄ Βουλευτικό ο Πάν. Ράγκος εξέπεσε του βουλευτικού του αξιώματος, αλλά παράλληλα απώλεσε και τα πολιτικά του δικαιώματα, καθώς σύμφωνα με την απόφαση δεν είχε δικαίωμα να εκλεγεί ξανά στην επόμενη βουλευτική περίοδο, ενώ η αμνηστία που παραχωρήθηκε τελικά εκδόθηκε αρχές Ιουλίου. Απορριπτική ήταν η απόφασή της επιτροπής και για το παραστατικό του Βασ. Μπαρλά διότι το έγγραφο που παρουσίασε δεν είχε συνταχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου. Το Βουλευτικό αποφάσισε να εξετάσει το ίδιο την προκήρυξη του Υπουργείου Εσωτερικών για τη διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας, ώστε να ελεγχθούν τα αντίστοιχα σημεία στη γνωμοδότηση της επιτροπής και στη συνέχεια να αποφασίσει. Τελικά, το Βουλευτικό αποδέχθηκε τη γνωμοδότηση της επιτροπής ελέγχου των παραστατικών εγγράφων και δεν έκανε δεκτό κανέναν από τους δύο φερόμενους αντιπροσώπους. Ένα έτος αφού είχαν ξεκινήσει οι εργασίες για το Γ΄ Βουλευτικό, παρουσιάστηκε τη 1 Οκτωβρίου 1825 στη συνεδρίαση τρίτο παραστατικό της επαρχίας Βάλτου, στο οποίο οριζόταν παραστάτης της ο Κωνσταντίνος Καραγιάννης. Το έγγραφο παραπέμφθηκε στην επιτροπή ελέγχου των παραστατικών του Βουλευτικού. Το ζήτημα δεν επανήλθε ξανά σε συνεδρίαση του σώματος έως τη λήξη των εργασιών του Γ΄ Βουλευτικού.

Πηγές

Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τ. 7, Αθήνα 1973, σ. 59-60, 174, 214, 343.

Μαρία Δημητριάδου (επιμέλεια), «Αρχείο Αγώνος» 1806-1832. Από τα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη. Επιτομές εγγράφων, τ. Β΄, Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη, 2013, σ. 17-19.

Παραπομπή

Μαργαρίτα Λιάγκα, «Γ΄ Βουλευτικό – Βάλτου», Α΄ Ελληνική Δημοκρατία. Άτλαντας δημοκρατικών θεσμών και διαδικασιών, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων – Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ – Βιβλιοθήκη της Βουλής, Αθήνα 2022 (ημερομηνία πρόσβασης xx/x/xxxx)